ΑΡ. ΠΡΩΤ.: 730

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΠΡΟΣ

ΟΛΑ ΤΑ Μ.Μ.Ε

Πριν από 109 χρόνια

Από τον Ατμήλατο στον Ηλεκτρικό Σιδηρόδρομο

 

Στις 16 Σεπτεμβρίου 2013 κλείνουν 109 χρόνια από τότε που ο Ατμήλατος Σιδηρόδρομος παραχώρησε τη θέση του στα Ηλεκτροκίνητα Βαγόνια. Ένα από τα μεγαλύτερα έργα ανάπτυξης της χώρας μας την εποχή εκείνη.

Πως είδαν τον ηλεκτροκίνητο σιδηρόδρομο οι Αθηναίοι και οι Πειραιώτες και πως το εσχολίασαν οι ευθυμογράφοι της εποχής.

Αποσπάσματα από το βιβλίο

“ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΙ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΟΙ 1869-1969”

Ο Ηλεκτρικός αρχίζει – Σχόλια του τύπου

«…Ο ηλεκτροκίνητος σιδηρόδρομος άρχισε να λειτουργή στις 16 Σεπτεμβρίου του 1904. Άσχετα με τους αρχικούς φόβους και με τους δισταγμούς, που τους έπαιρναν μάλλον ως επίκαιρο θέμα οι ευθυμογράφοι της εποχής, όλοι καμάρωναν για το νέο απόκτημα της Αθήνας. Όλοι είχαν πια επίγνωση ότι ένα πολιτιστικό έργο είχε συντελεσθή στην Ελλάδα.

Αλλά οι δημοσιογράφοι εξακολουθούσαν να τονίζουν την εύθυμη πλευρά.

Άλλωστε είναι πάντα διδακτική για τον πολύ κόσμο η γελοιογραφία ενός αστήρικτου φόβου, γελοιογραφία με σκίτσο ή με λόγια. Με το πνεύμα αυτό ο χρονογράφος των «Καιρών», με το ψευδώνυμο «Φαληριώτης», εκθέτει τις εντυπώσεις του από το πρώτο ταξίδι του με τον Ηλεκτρικό στις 18 Σεπτεμβρίου του 1904, δύο ημέρες μετά την έναρξη της λειτουργίας του. Και στο χρονογράφημά του, που έχει τον τίτλο «Με τον Ηλεκτρικό», γράφει τα εξής:

«- Ένα δια το Φάληρον πρώτης.

»- Μετ’ επιστροφής;

»- Απλούν, απλούν. Δεν μπορώ να είμαι βέβαιος αν θα φθάσω ζωντανός…

»- Ο υπάλληλος χαμήλωσε το κεφάλι του εις την θυρίδα και με εκοίταξε μ’ ένα βλέμα ολίγον ηλίθιον. Και μαζί με την άφωνον αυτήν απάντησιν μου έδωσε και το απλούν εισιτήριον, χωρίς να προσθέση τίποτε άλλο. Όταν απεσύρθην από την θυρίδα ένας κύριος, ο οποίος την στιγμήν εκείνην ευρίσκετο οπίσω μου, με επλησίασε δειλά και με μίαν φωνήν ολίγον τρέμουσαν:

»- Μα λέτε, κύριε, να διατρέχουμε κανένα κίνδυνον;

»- Είσθε έγγαμος, κύριε, έχετε γυναίκα, παιδιά;

» Ο άγνωστος κύριος έλαβε την όψιν σουδαρίου και ήρχισε να ρίπτη ανήσυχα βλέμματα γύρω του.

»- Όχι, είμαι ελεύθερος, εψέλλισε, αλλά γιατί μου κάνετε αυτήν την ερώτησιν;

»- Απλώς έτσι. Δηλαδή φόβος μεγάλος δεν υπάρχει. Ο κίνδυνος όμως πάντοτε υφίσταται. Έχει, βλέπετε, κανείς να κάμη με ηλεκτρισμό, έναν εχθρό αόρατο, ο οποίος, εκεί που καπνίζεις το τσιγάρο στου ανύποπτος, χωρίς να σου ζητήση την άδειαν και χωρίς ούτε να σε προειδοποιήση καν, μπορεί να έλθη φρίστ, να περάση από το σώμα σου και φρίστ… να φύγη αμέσως πάλι και, ενώ πηγαίνεις δι’ υπόθεσιν στου στον Πειραιά, να αλλάξης δρόμο και να τραβήξης δια το νεκροταφείον. Τον ατμό τουλάχιστον τον ακούεις να ξεφεύγη μ’ ένα εύθυμο σφύριγμα καλοπληρωμένου αγωγιάτου από την μηχανή και τον βλέπεις απ’ το παραθυράκι σου να τρέχη να συναντήση τα σύγνεφα, τους ουράνιους αδελφούς του, και μάλιστα κάποτε περνά φιλικώτατα από εμπρός σου και σου θωπεύει το πρόσωπο με αβρότητα ψεκάδων κολώνιας. Ο ηλεκτρισμός όμως, κύριε, είναι ένας δολοφόνος που σε κτυπάει ξαφνικά και σε τεντώνει χάμω πτώμα, σ’ ένα δευτερόλεπτο. Ο ηλεκτρισμός … μα φεύγετε; Δεν θα κατεβήτε;

»- Θα κατέβω αργότερα. Ενθυμήθηκα κάποια δουλειά μου. Χαίρετε, κύριε.

»Κι ο άγνωστος κύριος δρασκέλισε μ’ ένα πήδημα τη θύρα του σταθμού Ομονοίας και με το δεύτερο ευρέθη στη μέση του δρόμου…

Φαληριώτης.»

Παραθέτομε και ένα άλλο χρονογράφημα, από την εφημερίδα «Αθήναι» αυτή τη φορά. Αυτό είναι του Ξενόπουλου. Έχει τον τίτλο «Παράξενη Ζωή. Δια τον φόβον των Αθηναίων». Αξίζει να το διαβάσωμε, γιατί είναι χαρακτηριστικό:

«Ανύποπτοι οι κεχηναίοι, οι κύπτοντες αυτάς τας ημέρας από το κιγκλίδωμα του παρά την Ομόνοιαν σιδηροδρομικού σταθμού, παρίστανται εις μίαν στιγμήν του Αθηναϊκού πολιτισμού, παράδοξον και χαρακτηριστικήν.

«Δύο αμαξοστοιχίαι συναντώνται κάτω εις το υπόγειον. Η μία είναι η παλαιά, η ατμήλατος. Η άλλη είναι η νέα, η ηλεκτρική. Κι όταν η μία έρχεται, η άλλη φεύγει. Δια μίαν στιγμήν ο ατμός συμπίπτει με τον ηλεκτρισμόν. Δια μίαν στιγμήν αποχαιρετώνται. Εις μίαν στιγμήν αποχωρίζονται.

» Δια τον φόβον των Αθηναίων, η Εταιρεία διατηρεί ακόμη και τας δύο αμαξοστοιχίας. Η μία είναι δια τους συντηρητικούς, δια τους μισονεϊστάς, δια τους δειλούς και τους φιλησύχους. Η άλλη είναι δια τους νεωτεριστάς και τους τολμηρούς, δια τους έχοντας την γενναιότητα ν’ αψηφούν τους κινδύνους του νέου. Δια μίαν στιγμήν αποχαιρετώνται. Εις μίαν στιγμήν αποχωρίζονται.

»Το θέαμα είναι σπάνιον και ενδιαφέρον. Οφείλεται εις μερικάς περιπτώσεις, και βέβαια δεν θα διαρκέση πολύ. Ολίγας ημέρας ακόμη, και το ένα ρεύμα απορροφά το άλλο, η μία αμαξοστοιχία χωνεύει την άλλην, ο ηλεκτρισμός νικά τον ατμόν. Και οι κύπτοντες από το κιγκλίδωμα του σταθμού, θα βλέπουν εις το εξής μίαν δύναμιν, ένα σύστημα, μόνον ένα Θεόν. Η πάλη μεταξύ του παλαιού και του νέου, του         ερχομένου και του απερχομένου, του παρελθόντος και του μέλλοντος, δεν θα φαίνεται πλέον εντοπισμένη εκεί κάτω, εις το ίδιον σημείον, εις την ιδίαν στιγμήν. Και θα είναι ανάγκη να την αναζητήση η φαντασία εις τα διάφορα σημεία τόπου και χρόνου, εις όλην την επιφάνειαν αυτής της χώρας και εις όλην της την ιστορίαν όπου παρόμοιοι αγώνες, μεταξύ παλαιών και νέων, λανθάνοντες ή απτοί, νοητοί ή ορατοί, εσημείωσαν κατά τα τελευταία έτη την θριαμβευτικήν πορείαν προς την πρόοδον και τον πολιτισμόν…»

ΓΡ. Ξ.’

(Γρ. Ξενόπουλος)

Οι φόβοι των υπευθύνων της Εταιρίας

«…Οι φόβοι των υπευθύνων της εταιρίας γρήγορα διασκεδάσθηκαν. Ο πολύς κόσμος όμως; Ο ηλεκτρισμός ήταν κάτι το καινούριο, ο λαός απληροφόρητος. Άρχισε να επαναλαμβάνεται εκείνο που είχε συμβή πριν από τριάντα πέντε χρόνια, όταν πρωτοστρώθηκε η γραμμή του ατμοκίνητου σιδηροδρόμου. Δεν έλεγαν, βέβαια, τώρα οι Αθηναίοι και οι Πειραιώτες, όπως οι χωρικοί του 1860 ή του 1869, ότι «ήλθαν οι κουτόφραγκοι να μας καταστρέψουν», αλλά αντίκρυζαν με μεγάλη δυσπιστία τα έργα που προχωρούσαν για την ηλεκτροκίνηση.

Η σύζυγος του Αλ. Βλάγκαλη, η Ραλλού, ιστορούσε αργότερα: «Το κοινόν, όχι μόνον εφοβείτο την χρησιμοποίησιν ηλεκτρισμού δια την κίνησιν του σιδηροδρόμου, αλλά και ευκόλως επείθετο, από τας πλέον απιθάνους διαδόσεις, διαδόσεις αίτινες προεκάλουν πανικόν. Ούτως, εκυκλοφόρει η διάδοσις, ότι οι επιβάται των ηλεκτρικών αμαξοστοιχιών υφίστανται ηλεκτροπληξίαν και ότι η εταιρεία είχεν οργανώσει ειδικόν συνεργείον, το οποίον περισυνέλεγε τα πτώματα και τα έρριπτεν εις την θάλασσαν! Ο σύζυγός μου δια ν’αντιμετωπίση αυτήν την δυσάρεστον κατάστασιν, και εις παραδειγματισμόν των φοβουμένων, απεφάσισεν, όπως, καθ’ εκάστην εσπέραν, τον συνοδεύω και εγώ εις καταβάσεις δια του ηλεκτροκίνητου σιδηροδρόμου, προς Πειραιά, και εις αναβάσεις εκείθεν, προς Αθήνας. Με εχρησιμοποίει λοιπόν, ως ζων παράδειγμα της ελλείψεως κινδύνων! Ολίγον δε κατ’ ολίγον υπερεπήδησε τας δυσκολίας της πρώτης περιόδου των ηλεκτρικών σιδηροδρόμων.»

Ο ηλεκτρικός σιδηρόδρομος ήταν ακόμη κάτι το εντελώς καινούριο για την Αθήνα και την Ελλάδα. Ο κόσμος τον έβλεπε με δειλία. Οι εφημερίδες αφιέρωναν τακτικά σχόλια γι’ αυτόν τον ανόητο φόβο. Έτσι, στις 2 Σεπτεμβρίου του 1904, λίγες ημέρες πριν απ’ τα εγκαίνια, σ’ ένα σχόλιό τους με τον τίτλο «Ο Ηλεκτρικός», οι «Καιροί» έγραφαν:

«Τόσος είναι ο φόβος ο οποίος κατέλαβε τον κόσμον από τον ηλεκτρικόν σιδηρόδρομον, ώστε οι διαβάται των οδών να φοβώνται να πατήσουν και εις αυτάς τας σιδηράς γραμμάς του τραμ. Χθες την εσπέραν, δύο περιπατηταί της οδού Σταδίου, διερχόμενοι την γραμμήν του τραμ ανετινάχθησαν έντρομοι. Ενόμισαν ότι ησθάνθησαν ισχυρόν τιναγμόν εις τους πόδας των. Τι είναι αυτή η ιδέα! Αυτό έχει και τα καλά του. Έτσι με τον φόβον θα προσέχουν και θα παθαίνουν ολιγώτεροι...»

Σας ενημερώνουμε ότι το Μουσείο μας, το Μουσείο των Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων που δημιούργησαν πριν από 18 χρόνια οι συνταξιούχοι των ΕΗΣ-ΗΣΑΠ, βρίσκεται μέσα στο σταθμό των ΗΣΑΠ στον Πειραιά και είναι ανοικτό από Δευτέρα έως και Παρασκευή από τις 9:00 το πρωί μέχρι τις 2:00 το μεσημέρι με είσοδο ελεύθερη.

Από τα Μ.Μ.Ε. ζητάμε τη συμπαράσταση και βοήθειά τους στο να προβληθεί και να γίνει ευρύτερα γνωστό το Μουσείο μας.

 

Πειραιάς 10 Σεπτεμβρίου 2013

Με εντολή Δ.Σ.

Ο Πρόεδρος

 Μανώλης Φωτόπουλος